Εις
τον πρώτο χρόνο της Επαναστάσεως είχαμε μεγάλη ομόνοια και όλοι
ετρέχαμε σύμφωνοι. Ο ένας επήγεν εις τον πόλεμο, ο αδελφός του έφερνε
ξύλα, η γυναίκα του εζύμωνε, το παιδί του εκουβαλούσε ψωμί και
μπαρουτόβολα εις το στρατόπεδον και εάν αυτή η ομόνοια εβαστούσε ακόμη
δύο χρόνους, ηθέλαμε κυριεύσει και την Θεσσαλία και την Μακεδονία, και
ίσως εφθάναμε και έως την Κωνσταντινούπολη. Τόσον τρομάξαμε τους
Τούρκους, οπού άκουγαν Έλληνα και έφευγαν χίλια μίλια μακρά. Εκατόν
Έλληνες έβαζαν πέντε χιλιάδες εμπρός, και ένα καράβι μιαν άρμάδα. Άλλά
δεν εβάσταξε!
Ήλθαν
μερικοί και ηθέλησαν να γένουν μπαρμπέρηδες εις του κασίδη το κεφάλι.
Μας πονούσε το μπαρμπέρισμά τους. Μα τι να κάμομε; Είχαμε και αυτουνών
την ανάγκη. Από τότε ήρχισεν η διχόνοια και εχάθη η πρώτη προθυμία και
ομόνοια. Και όταν έλεγες τον Κώστα να δώσει χρήματα διά τας ανάγκας του
έθνους ή να υπάγει εις τον πόλεμο, τούτος επρόβαλλε τον Γιάννη. Και μ'
αυτόν τον τρόπο κανείς δεν ήθελε ούτε να συνδράμει ούτε να πολεμήσει.
Και τούτο εγίνετο, επειδή δεν είχαμε ένα αρχηγό και μίαν κεφαλή. Άλλά
ένας έμπαινε πρόεδρος έξι μήνες, εσηκώνετο ο άλλος και τον έριχνε και
εκάθετο αυτός άλλους τόσους, και έτσι ο ένας ήθελε τούτο και ο άλλος το
άλλο. Ισως όλοι ηθέλαμε το καλό, πλην καθένας κατά την γνώμη του. Όταν προστάζουνε πολλοί, ποτέ το σπίτι δεν χτίζεται ούτε τελειώνει.
Ο ένας λέγει ότι η πόρτα πρέπει να βλέπει εις το ανατολικό μέρος, ο
άλλος εις το αντικρινό και ο άλλος εις τον Βορέα, σαν να ήτον το σπίτι
εις τον αραμπά και να γυρίζει, καθώς λέγει ο καθένας. Με τούτο τον τρόπο
δεν κτίζεται ποτέ το σπίτι, αλλά πρέπει να είναι ένας αρχιτέκτων, οπού
να προστάζει πως θα γενεί. Παρομοίως και ημείς εχρειαζόμεθα έναν αρχηγό
και έναν αρχιτέκτονα, όστις να προστάζει και οι άλλοι να υπακούουν και
να ακολουθούν. Αλλ' επειδή είμεθα εις τέτοια κατάσταση, εξ αιτίας της
διχόνοιας, μας έπεσε η Τουρκιά επάνω μας και κοντέψαμε να χαθούμε, και
εις τους στερνούς επτά χρόνους δεν κατορθώσαμε μεγάλα πράγματα.
Εγώ,
παιδιά μου, κατά κακή μου τύχη, εξ αιτίας των περιστάσεων, έμεινα
αγράμματος και δια τούτο σας ζητώ συγχώρηση, διότι δεν ομιλώ καθώς οι
δάσκαλοι σας. Σας είπα όσα ο ίδιος είδα, ήκουσα και εγνώρισα, δια να
ωφεληθήτε από τα απερασμένα και από τα κακά αποτελέσματα της διχονοίας,
την οποίαν να αποστρέφεσθε, και να έχετε ομόνοια. Εμάς μη μας τηράτε
πλέον. Το έργο μας και ο καιρός μας επέρασε. Και αι ημέραι της γενεάς, η
οποία σας άνοιξε το δρόμο, θέλουν μετ' ολίγον περάσει. Την ημέρα της
ζωής μας θέλει διαδεχθή η νύκτα του θανάτου μας, καθώς την ημέραν των
Αγίων Ασωμάτων θέλει διαδεχθή η νύκτα και η αυριανή ήμερα. Εις εσάς
μένει να ισάσετε και να στολίσετε τον τόπο, οπού ημείς ελευθερώσαμε·
και, δια να γίνη τούτο, πρέπει να έχετε ως θεμέλια της πολιτείας την
ομόνοια, την θρησκεία, την καλλιέργεια του Θρόνου και την φρόνιμον
ελευθερία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ευπρόσδεκτα τα καλοπροαίρετα, ευπρεπή και τεκμηριωμένα σχόλια, γιατί αυτό θεωρώ ελληνικό τρόπο.
Διευκρινίζεται ότι δεν δεσμεύομαι να απαντώ σε όλα τα σχόλια και η παράλειψη απάντησης δεν σημαίνει παραδοχή οποιουδήποτε σχολίου ή άποψης.