Στον ιστότοπό μου αναρτώνται κείμενα διαφορετικής προέλευσης, για να επισημαίνονται με τρόπο πολυφωνικό μεν, επιλεγμένο δε (με κριτήριο την - κατά την δική μας, αναγκαία, κρίση – υγιή, εθνικά και τεκτονικά, διέγερση της συνείδησής μας, ως Ελλήνων πολιτών και τεκτόνων), γεγονότα επίκαιρα, στοχασμοί πολιτικοί και προβληματισμοί διαχρονικοί, όπως αναδεικνύονται μέσα από την κοινωνία μας, από ανθρώπους κατά τεκμήριο εκτός του τεκτονισμού, περιορίζοντας στο ελάχιστο προσωπικές μας, ειδικές ή μη, απόψεις, από όσα θα έχετε αντιληφθεί. Και πάντοτε αναφέρεται η πηγή (εκτός αν υπάρχει ενάντιος λόγος ή τυχαία παράλειψη).

Παρασκευή 19 Απριλίου 2013

Πάλι ξεχασθήκαμε ! Συνηθίσαμε το χάλι μας ;



ATHENS VOICE  11-17 Απριλίου 2013

EDITO
Του Φώτη Γεωργελέ

Φοβάμαι ότι δεν έχουμε ακόμα καταλάβει πόσο κρίσιμη είναι η κατάσταση, πόσο επικίνδυνα είναι τα πράγματα. Συνεχίζουμε να συμπεριφερόμαστε με τον ίδιο τρόπο. Το καταλαβαίνεις άμα δεις τι κάνουν οι άλλοι γύρω μας. Όταν η κρίση πλησίασε στη γειτονιά τους, στις λίγες μέρες που διήρκησε η κυπριακή ανα­στάτωση, το Ισραήλ, η χώρα που «ποτέ δεν ζητάει συγνώμη», ζήτησε συγνώμη από την Τουρκία για τους 9 Τούρκους που σκοτώθηκαν όταν προσπάθησαν να μπουν στη Γάζα. Η Τουρ­κία και το Ισραήλ αμέσως παραμέρισαν τα προβλήματα και συμφώνησαν για τη μελλοντική διαδρομή του φυσικού αερίου. Συγχρόνως, η Τουρκία έβαλε τέλος στον εμφύλιο πόλεμο με τους Κούρδους, έναν πόλεμο που κρατάει δεκαετίες. Ο καιρός των όπλων τελείωσε, είπε ο Κούρδος ηγέτης, τώρα είναι ο και­ρός των ιδεών. Όλα αυτά σε μια βδομάδα. Αν είχαν συμβεί εδώ, ακόμα θα μιλούσαμε για προδότες και κρεμάλες. Τα κάνουν, όμως, αυτά γιατί το Ισραήλ των κιμπούτζ και των πορτοκαλιών έχει γίνει τα τελευταία χρόνια μια υπολογίσιμη δύναμη στο χώρο της πληροφορικής. Και η Τουρκία, που μια δεκαετία πριν ήταν χρεοκοπημένη στα προγράμματα του ΔΝΤ, σήμερα είναι στο G2Ο, προετοιμάζεται να γίνει η Βραζιλία της Μεσογείου, να μπει στο G10, στις ισχυρότερες χώρες του κόσμου.

Έχουμε να αντιμετωπίσουμε την ελληνική κρίση, την ευρω­παϊκή κρίση, την κρίση της Δύσης. Ο κόσμος μας αλλάζει με ιλιγγιώδη ταχύτητα και επειδή συμβαίνει στις μέρες μας δεν μπορούμε ακόμα να συνειδητοποιήσουμε πως γράφεται η ιστορία. Κάποτε η Ευρώπη είχε το 5Ο% της παγκόσμιας πα­ραγωγής, το 1980 είχε πέσει στο ένα τέταρτο. Το 2010 είχε φτάσει στο 19% και υπολογίζουν ότι το 2020 θα πέσει στο 7% της παγκόσμιας παραγωγής. Η Δύση έπαψε να είναι αυτό που ήταν, τα 77Ο εκατομμύρια δεν μπορούν πια να έχουν το τριπλάσιο βιωτικό επίπεδο από τα άλλα 7 δισεκατομμύρια πληθυσμού. Η παραγωγή, η δύναμη και το χρήμα έχουν μετα­φερθεί στις αναδυόμενες μεγάλες δυνάμεις, στα Bric: που με την προσθήκη της Νότιας Αφρικής έχουν γίνει Brics. Τις ίδιες αυτές μέρες που η Ευρώπη έχει πελαγώσει με τα προβλήματα της Κύπρου, ενός μικρού νησιού, τα Brics προχώρησαν σε μια απόφαση που λίγοι συνειδητοποίησαν τι σημαίνει αλλά είναι μια απόφαση που δείχνει τι πρόκειται να συμβεί. Συμφώνησαν ότι στις μεταξύ τους συναλλαγές θα μπορούν να χρησιμο­ποιούν τα εθνικά τους νομίσματα. Έκαναν, δηλαδή, το πρώτο βήμα για να ξεπεράσουν τα παγκόσμια νομίσματα, το δολάριο και το ευ ρω. Στον αυριανό κόσμο τα ευρωπαϊκά κράτη, ακόμη και τα ισχυρότερα, είναι πολύ μικρού μεγέθους για να αντα­γωνιστούν τα ήδη πολυεθνικά μεγάλα κράτη, όπως η Κίνα, η Ινδία, η Ρωσία, η Αμερική. 

Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν ήταν μια ιδέα που προσπαθούσε απλώς να ξεπεράσει ένα αιματηρό παρελθόν συνεχών ευρωπαϊκών πολέμων. Ήταν και η μόνη λύση που θα διατηρούσε την Ευρώπη στο παγκόσμιο παιχνίδι και θα προστάτευε το βιοτικό επίπεδο του ευρωπαϊκού πλη­θυσμού. Όμως, τα σχέδια απέχουν από την πράξη. Η γερα­σμένη ήπειρος δεν δείχνει μέχρι τώρα ότι έχει το δυναμισμό να προχωρήσει γρήγορα στην ενοποίηση, στις αλλαγές που χρειάζονται για να μη χάσει το τρένο της νέας παγκοσμιοποιημένης οικονομίας των τεχνολογιών και της πληροφορικής. Μέσα σε όλο αυτό το πρόβλημα της Δύσης πρώτα, της Ευρώ­πης ειδικότερα, η Ελλάδα είναι απλώς ο πιο αδύναμος κρίκος. Αυτός που πιο εύκολα θα χαθεί στην πορεία, θα βγει στο πε­ριθώριο, μια μικρή ασήμαντη περιοχή του πλανήτη για την οποία κανείς δεν θα ενδιαφέρεται πώς ζουν οι πολίτες της. 

Τα πράγματα έχουν γίνει πια τόσο πολύ δύσκολα και επικίν­δυνα για όλους ώστε να μην υπάρχουν περιθώρια για πολλές συζητήσεις, για ελαστικές συμπεριφορές, για απεριόριστες χρηματοδοτήσεις. Τα ελλείμματα συνολικά της ευρωζώνης έ­χουν φτάσει τα 30 τρις, 9 τρις είναι μόνο των κρατών. Η Ευρω­παϊκή Κεντρική Τράπεζα έχει ήδη χρηματοδοτήσει με 2 τρις τις υπερχρεωμένες τράπεζες, πόσα πρέπει πιάνα δώσει; Όταν στενεύουν τα πράγματα, όλα γίνονται πιο σκληρά. Οι εξελί­ξεις στην Κύπρο, η αλλαγή συμπεριφοράς οτη συγχώνευση Εθνικής-ΕιΐΓθθ3ηκ, δείχνουν ότι τα όρια έχουν εξαντληθεί, ότι τα «ατυχήματα» δεν θα αποφεύγονται πια με κάθε κό­στος. Αν τα προβλήματα είναι πλανητικού μεγέθους, αν και ο πυρήνας της Ευρώπης αντιμετωπίζει πρόβλημα, η υπομονή εξαντλείται. Τα περιφερειακά κράτη θα διασώζονται, αν τα ίδια προσπαθούν να διασωθούν.

Στην «πρακτική» λογική της Γερμανίας, μείωση των ελλειμμά­των και περισσότερη δουλειά για να αντέξουμε τον ανταγω­νισμό, οι άλλοι, οι «καλοί», μέχρι τώρα δεν έχουν να αντι­παραβάλλουν καμία άλλη πολιτική, παρά μόνο μεγαλύτερα ελλείμματα. Δηλαδή, περισσότερα χρέη. Δηλαδή, ακόμα με­γαλύτερη επιτάχυνση της παγκόσμιας στροφής προς την Α­νατολή. Η Ευρώπη, και η Ελλάδα ακόμα περισσότερο, μοιάζει να μην μπορεί να σκεφτεί με όρους του 2ΐου αιώνα, προσπα­θεί τυφλά, χωρίς λογική, να παραμείνει απλώς στον προη­γούμενο αιώνα. Δεν είναι τυχαίο πως τα «αντισυστημικά» ρεύματα που γεννάει η κρίση είναι ο νεοναζισμός και ο νέο-μπολσεβικισμός. Η επιστροφή, δηλαδή, στις συγκρούσεις και τις εκδοχές των αρχών του προηγούμενου αιώνα. Την ώρα που ολόκληρος ο πλανήτης αλλάζει σελίδα.

Νομίζω ότι το ελληνικό πολιτικό σύστημα κάνει ολέθριο λάθος. Πιστεύει ότι θα επιβιώσει έτσι, λάθρα, με λίγα μερεμέτια, λίγη βοήθεια από τους Ευρωπαίους φίλους, ξεγελώντας τους «κουτόφραγκους». Έχουν χωριστεί σε δύο ομάδες, έναν Σύριζα αντιπολίτευσης και έναν Σύριζα κυβερνητικό, και έχουν μοιράσει τους ρόλους. Ο Σύριζα και η υπόλοιπη αντιπολίτευ­ση στο ρόλο του υπερασπιστή του παρελθόντος εγκαλεί τον οποιονδήποτε θέλει να αγγίξει το παραμικρό στο χρεοκοπη­μένο σύστημα. Και τα κυβερνητικά κόμματα επικαλούνται στην Ευρώπη την αδιαλλαξία της αντιπολίτευσης για να δι­καιολογήσουν τις δικές τους κουτοπόνηρες καθυστερήσεις, τη συνεχή ακινησία. Εφαρμόζουν ίο πρόγραμμα του Σύριζα. Δεν κάνουν τίποτα. Τέταρτος χρόνος, η μόνη συζήτηση που γίνεται στην Ελλάδα είναι οι δόσεις. Πιστεύουν ότι θα δια­τηρήσουν το ίδιο χρεοκοπημένο σύστημα της κρατικής και κομματικής γραφειοκρατίας, των πελατειακών σχέσεων και του παρασιτισμού, άθικτο. Απλώς, φτωχότερο.

Κάνουν Λάθος. 'Έσοδα άλλα δεν θα υπάρξουν, η οικονομία της χώρας βρίσκεται στα πρόθυρα ενός μεγάλου παραγωγικού κραχ. Τα δανεικά από την Ευρωπαϊκή Ένωση στερεύουν. Δι­άσωση με κάθε κόστος πια δεν θα ξαναϋπάρξει. Οι Ευρωπαίοι φορολογούμενοι δεν θα ξαναπληρώσουν τόσο εύκολα την α­νικανότητα άλλων κρατών να συμμαζέψουν το σπίτι τους και να βρουν ένα βιώσιμο τρόπο να υπάρξουν.

Από δω και πέρα όλες οι λύσεις θα είναι οδυνηρές. Και θα κο­στίζουν άμεσα σε μας. Είτε λέγεται αυτό φόροι, είτε σταδι­ακή απομείωση της ακίνητης περιουσίας, είτε κούρεμα των καταθέσεων, είτε εκμηδενισμός των μισθών. Λεφτά πια ξένα δεν υπάρχουν. Όλη η Δύση έχει πρόβλημα, δεν θα χρηματο­δοτεί άλλο τους αδύναμους κρίκους. Η Ελλάδα χρειάζεται ένα επείγον αναπτυξιακό σοκ αλλιώς σύντομα θα βγει έξω από το παιχνίδι, μια μικρή περιφέρεια του κόσμου, φτωχή και ξεχασμένη. Πολύ πιο σύντομα απ' όσο νομίζουμε. Τί­ποτα απ' όσα συζητάμε κάθε μέρα δεν είναι σοβαρό. Προα­νακριτικές επιτροπές, επίορκοι υπάλληλοι και χαράτσια της ΔΕΗ. Τρόικες και κόκκινες γραμμές. Μνημόνια και πλαστά διλήμματα. Παίζουμε πάντα καθυστερήσεις, ενώ το παιχνίδι έχει τελειώσει. Μόνο εμείς μπορούμε να ξυπνήσουμε στο τε­λευταίο λεπτό και να σώσουμε την παρτίδα και, αντί γι' αυτό, εξακολουθούμε να αναζητούμε εχθρούς για να κρύψουμε τη δική μας ακινησία.

Συνεισφορά στην «ανάγνωση» του αιώνα που πέρασε


Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία 14/04/2013
ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Επέτειος · Αναφορές · Πρόσωπα · Αποκαλύψεις


Εξάπλωση της τραυματικής μνήμης
Του Γιώργου Κόκκινου

Καθηγητής Ιστορίας και Διδακτικής της Ιστορίας τοτ Πανεπιστημίου Αιγαίου

Η κυριαρχία της αρνητικής μνήμης και των ακραία τραυματικών εμπειριών είναι η κληρονομιά που
άφησε στον 21 ο αιώνα ο «σύντομος» 20ός αιώνας. Ο αιώνας των γενοκτονιών, των ο­λοκληρωτισμών, του Ολοκαυτώ­ματος και του πυρηνικού τρόμου. Ο αιώνας που καλλιέργησε μια μορφή δυστυχισμένης και ηθικολογούσας ιστορικής συνείδησης, που αντιμετωπίζει την Ιστορία σαν εφιάλτη ή σαν αέναο κύκλο φρίκης και αίματος.

Μια σειρά εξελίξεων οδηγούν τις σύγχρονες κοινωνίες στην αναψη­λάφηση του πρόσφατου συνήθως παρελθόντος τους, στην εμμονική σχεδόν ενασχόληση με αυτό, στην ποινικοποίηση της ιστορικής μνή­μης, καθώς και σε συμβολικούς/«εικονικούς» πολέμους για την ερμη­νεία και την νοηματοδότησή του. Ποιες είναι οι εξελίξεις αυτές;
Δε­σπόζει ο πληθωρισμός της τραυμα­τικής μνήμης που χαρακτηρίζει την εποχή μας.



Τέλος της αποικιοκρατίας


Η τραυματική μνήμη εξαπλώνε­ται με αλλεπάλληλα κύματα, κυ­ρίως μετά το τέλος της αποικιο­κρατίας, την επίγνωση της απόλυ­της φρίκης των ναζιστικών εξο­ντωτικών πρακτικών, αλλά και της δυστοπίας των σταλινικών και μα­οϊκών κολαστηρίων, όπως επίσης μετά την πτώση των δικτατοριών στη Λατινική Αμερική, την κατάρ­ρευση των καθεστώτων του υπαρ­κτού σοσιαλισμού και το λεγόμενο «τέλος των μεγάλων αφηγημά­των» της προόδου, της ελευθερίας και της παγκόσμιας χειραφέτησης.
Ο πληθωρισμός της τραυματι­κής μνήμης, σε συνδυασμό με τον εγκλεισμό των Δυτικών, κατά κύ­ριο λόγο, κοινωνιών στην παροντιστική τους ναρκισσιστική ευδαι­μονία (τουλάχιστον έως τα μέσα της πρώτης δεκαετίας του αιώνα που διανύουμε), ο οποίος συνεπι­φέρει άλλωστε τη δραστική συρρί­κνωση του ορίζοντα προσδοκιών τους, δηλαδή τον περιορισμό της δημιουργικής τους βούλησης, ση­ματοδοτεί την ίδια την κρίση νοή­ματος που ταλανίζει τη δυτική κουλτούρα.

Η νομική κατηγορία «εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας» έκανε την εμφάνιση της για πρώτη φορά στις 24 Μαΐου 1915 στο κείμενο της διακήρυξης της Αγγλίας, της Γαλ­λίας και της Ρωσίας αναφορικά με την επιχειρούμενη από το τουρκικό κράτος γενοκτονία εις βάρος των Αρμενίων, που κατέληξε, ως γνω­στόν, στπν εξόντωση 800.000-1.500.000 ανθρώπων. Η διακήρυξη αυτή αποτέλεσε στη συνέχεια το νομικό προηγούμενο για τη διεξα­γωγή των Δικών της Νυρεμβέργης το 1945-1946.
 
Οι γενοκτονίες


Η Διεθνής Σύμβαση του ΟΗΕ για την πρόληψη και την καταστολή του εγκλήματος της γενοκτονίας κατέ­στησε τις σχετικές διατάξεις κανόνα του Διεθνούς Δικαίου στις 9 Δεκεμ­βρίου 1948. Στις μέρες μας υπάρ­χουν χώρες, όπως οι ΗΠΑ, π Γερμα­νία, η Γαλλία, το Ισραήλ, π Αγγλία, η Αυστραλία και ο Καναδάς, οι οποίες έχουν συμπεριλάβει τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας στην εθνι­κή τους νομολογία.


Είναι προφανές ότι οι αντιτιθέ­μενες ερμηνείες και αποτιμήσεις του παρελθόντος, οι επιλεκτικές αποσιωπήσεις ιστορικών γεγονό­των ή ευθυνών ή η προσκόλληση στην τραυματική μνήμη και η σχε­δόν θρησκειοποίησή της, δεν σχε­τίζονται τόοο με το ίδιο το παρελ­θόν όσο με το εκάστοτε παρόν. Και, ειδικότερα, με τους τρόπους που το παρόν επινοεί για να εγκολπώσει στα διαγκωνιζόμενα ι­στορικά αφηγήματα όψεις του πα­ρελθόντος, ώστε να νομιμοποιήσει ή να απονομιμοποιήσει εδραιωμέ­νες δομές εξουσίας και ερμηνευτι­κά σχήματα που εμπλέκονται στη συγκρότηση των συλλογικών ταυ­τοτήτων και των μορφών ιστορι­κής συνείδησης.
Αυτό σημαίνει ότι, παρά το έντο­νο ηθικό τους φορτίο - ή ίσως και ε­ξαιτίας αυτού - , οι συμβολικοί πόλε­μοι πρέπει μάλλον να αντιμετωπί­ζονται σαν διαμάχες για την ιδεο­λογική ηγεμονία, την πολιτική κυ­ριαρχία και την επιβολή της ιοχύος σε διεθνές ή διακρατικό επίπεδο. Επομένως, για να είμαστε ρεαλι­στές, πολύ λιγότερο αφορούν την ι­στορική αλήθεια και την ηθική δι­καίωση των θυμάτων.
Ο Τ. Todorov γράφει: «Είναι μά­ταιο να απαιτούμε από έναν Γάλλο, έναν Γερμανό ή έναν Πολωνό να έχουν την ίδια μνήμη του πα­ρελθόντος - θα ήταν σαν να τους ζητούσαμε να απαρνηθούν την έ­νταξη στην κοινότητα τους. Απε­ναντίας, είναι δυνατόν να τους ζη­τήσουμε να λαμβάνουν υπ' όψιν τους την οπτική των άλλων, να ε­ντοπίζουν ομοιότητες και διαφο­ρές και να τις τοποθετούν σε ένα γενικό πλάνο».


Η ακραία ιδεολογικοποίηση της ι­στορίας του 20ού αιώνα και ο αυ­τάρεσκος παροντισμός των Δυτι­κών μετανεοτερικών κοινωνιών α­ποτελούν τους δύο καθοριστικούς παράγοντες που προετοίμασαν το έδαφος για τη διαρκή παρουσία και την παραδειγματική/ φρονηματιστική λειτουργία του επίμαχου και ι­δίως του τραυματικού παρελθό­ντος στο παρόν, και ειδικότερα για την ανάδυση και συνεχή ενδυνάμω­ση της εμμονής - και της διανόησης και της πολιτικής τάξης, αλλά και της κοινής γνώμης - στην τραυματι­κή μνήμη.



Τα ιστορικά τραύματα
Η μνήμη αυτή, αντί να κατα­πραΰνει ή να επουλώνει, απενα­ντίας αναβιώνει τα ιστορικά τραύ­ματα, τις συγκρούσεις και τους δι­χασμούς του παρελθόντος. Οδηγεί σε «μνημονικές κρίσεις», στην ουσία σε κρίσεις ιδεολογικής ηγεμονίας, στις οποίες διακυβεύεται συνήθως η αυτο-αντίληψη του έθνους ή των αντιμαχόμενων πολιτικών παρατά­ξεων, καθώς και η σχέση ταυτότη­τας-ετερότητας, οι οποίες δεν μπο­ρεί παρά να έχουν οργανική συνά­φεια με τον τρόπο αντιμετώπισης των «σκοτεινών σελίδων» του πα­ρελθόντος και συνεπώς με τον κα­νόνα της επίσημης Ιστορίας.
Η υπαρξιακή αναμέτρηση των σύγχρονων κοινωνιών με ίο παρελ­θόν τους αντανακλάται κατ' εξοχήν στην πρωτόγνωρη εκδήλωση εν­διαφέροντος αναφορικά με τους σκοπούς, το περιεχόμενο και τη δι­δακτική μεθοδολογία της σχολικής Ιστορίας, η οποία εξακολουθεί, σε πείσμα του εκδημοκρατισμού της ι­στορικής κουλτούρας, να καθορίζει σε μεγάλο βαθμό την αίσθηση του αυνανήκειν, την ιστορική συνείδηση και την πολιτική κοινωνικοποίηση των νέων.


Ο «σύντομος» 20ός αιώνας ήταν ο αιώνας που καλλιέργησε μια μορφή δυστυχισμένης και ηθικολογούσας ιστορικής συνείδησης

 

«Όποιος ελέγχει το παρόν ελέγχει και το παρελθόν.                

«Όποιος ελέγχει το παρελθόν "καθορίζει" το μέλλον»

               ΤΖΟΡΤΖ ΟΡΓΟΥΕΛ

             «1984: 0 μεγάλος αδελφός»
 


_______________________________________________________



Όταν ο νικητής τα παίρνει όλα

Του Βλάση Αγτζίδη
Διδάκτωρ Σύγχρονης Ιστορίας, μαθηματικός 


«Someone winner takes it all, and one loses has to fall» 
τραγουδούσε κάποια χρόνια πριν το ποπ συγκρότημα των Αbba. Μπορεί ο στίχος τους αυτός να
αφορούσε τον χα­μένο στο παιχνίδι του έρωτα, αλλά με τη φρά­ση αυτή αποτυπωνόταν με τον καλύτερο τρό­πο αυτό που συμβαίνει στο χώρο της Ιστορίας. Την επίσημη Ιστορία τη γράφουν πάντα οι νικητές, και η προσπάθεια των ηττημένων να α­ναδείξουν και αυτοί τη δική τους ιστορική ε­μπειρία αποτελεί τις περισσότερες φορές μια επώδυνη περιπέτεια.

Η σχετικά πρόσφατη δημόσια και επιστημο­νική αντιπαράθεση για τα σχολικά βιβλία και τον τρόπο που αντιμετωπίζονται συγκεκριμέ­να ιστορικά θέματα δίχασε με πρωτοφανή τρόπο την ελληνική κοινωνία. Η διεκδίκηση της ιστορικής ορθότητας και της κυριαρχίας μιας συγκεκριμένης ερευνητικής ματιάς φαί­νεται ότι αποκτά πλέον κεντρική θέση στις ι­δεολογικές διεργασίες. Αντιμαχόμενες κοινω­νικοπολιτικές ομάδες δίνουν το δικό τους νόη­μα σε ιδέες και ιστορικά γεγονότα. Οι κατε­στημένες κυρίαρχες απόψεις αμφισβητούνται και το ιστορικό παρελθόν διεκδικείται πλέον από τις πάλαι ποτέ αποκλεισμένες κοινωνικές ομάδες. Η διαμόρφωση ενιαίου ιστορικού α­φηγήματος μετατρέπεται σε κοινωνικό κίνημα που επιδιώκει την ενσωμάτωση κάθε ιδιαίτε­ρης ιστορικής εμπειρίας στο αφήγημα.


«Αντι-μνήμη»
Το ιστορικό παρελθόν φαίνεται να υπόκειται σε πολλαπλές αναγνώσεις. Η «αντι-μνήμη», δηλαδή ο χώρος της μνήμης που διαμορφώνε­ται από τα κάτω, αμφισβητεί τα κυρίαρχα αφη­γήματα. Το μεγαλύτερο παράδειγμα αυτής της περίπτωσης αποτελεί π μνήμη των προσφύγων του '22, απαγορευμένη έως τη δεκαετία του '80, όσον αφορά τις πολιτικές ερμηνείες. Με το αίτημα που διατυπώθηκε από τις προσφυγικές οργανώσεις για την αναγνώριση της Γενοκτο­νίας που υπέστησαν από τον τουρκικό εθνικισμό την περίοδο 1914-1923, αλλά και με την κριτική που άσκησαν, τόσο προς τις ελλαδικές ελίτ για την αρνητική τους στάση όσο και προς το σταλινισμό για τη μεταχείριση αυτών που εί­χαν καταφύγει στην ΕΣΣΔ. αμφισβήτησαν το σύνολο των κυρίαρχων ιδεολογημάτων και την απαίτηση για επιλεκτική λήθη. Εκτός όμως από τις προσπάθειες των απο­κλεισμένων κοινωνικών ομάδων, εμφανίζεται σήμερα και η τάση της Νέας Δεξιάς, που επι­χειρεί μια περισσότερο συντηρητική ανάγνω­ση της Ιστορίας

Ελληνικές συγκρούσεις
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η πάλη των ιδεών στην Ελλάδα της μεταπολιτευτικής περιόδου και η προσπάθεια των αποκλεισμένων ερμη­νειών να εδραιώσουν την παρουσία τους στο χώρο των ιστορικών αφηγημάτων. Ο ιδεολο­γικός και πολιτικός διχασμός υπάρχει και εκ­φράζεται έντονα με τις διαμάχες για τον Εμφύλιο και τη Γενοκτονία στη Μικρά Ασία, αλλά και τις σταλινικές διώξεις στην ΕΣΣΔ κα­τά της ελληνικής μειονότητας και τη σφαγή στο Κατίν από τους Σοβιετικούς. Παρ' ότι οι συμμετέχοντες στις σκληρές ιδεολογικές συ­γκρούσεις διακηρύσσουν ότι «η επιστημονική έρευνα δεν μπορεί ούτε να υπηρετεί πολιτικές ή ιδεολογικές σκοπιμότητες ούτε να αναπαρά­γει τον περιρρέοντα ιστορικό κομφορμισμό», εντούτοις η υποκειμενική προσέγγιση παραμέ­νει κυρίαρχη. Ενδιαφέρον έχουν τα πεδία ό­που πραγματοποιείται αυτή π πάλη των ιδεών και κατατίθενται οι διαφορετικές προσεγγίσεις για τα επίμαχα γεγονότα:
- Οι ερμηνείες της Αριστεράς για τα γεγονό­τα της δεκαετίας του '40, την Κατοχή και τον Εμφύλιο θα καταφέρουν να υπερκεράσουν κα­τά τη Μεταπολίτευση τις εκδοχές των νικητών του Εμφυλίου, για να αμφισβητηθούν κατά την τελευταία δεκαετία από μια ομάδα νέων ιστο­ρικών, που θα κατηγορηθούν με τη σειρά τους από τους αντιπάλους τους ότι καταφεύγουν σε απλοϊκά και παραδοσιακά σχήματα. Το Ολοκαύτωμα των Εβραίων από τους ναζί δεν θα συναντήσει γενικευμένη άρνηση, πλην των ελάχιστων περιθωριακών ακροδεξιών ομάδων. ‘Όμως μόνο κατά τα τελευταία χρόνια θα καταφέρει με δυσκολία να καταλάβει τη θέση που του ανήκει στην ελλαδική ι­στορία, και ειδικότερα στην τοπική ιστορία της 
Θεσσαλονίκης.

- Η προσπάθεια των οργανώσεων των προ­σφύγων της Μικρασιατικής Καταστροφής να προτείνουν ένα άλλο ερμηνευτικό μοντέλο για τα γεγονότα εκείνης της περιόδου θα συνα­ντήσει σφοδρή αντίδραση, αρχικά από το συ­ντηρητικό φιλοΝΑΤΟϊκό πολιτικό χώρο και στη συνέχεια από τον παραδοσιακό αριστερό. Η καθιέρωση κατά τη δεκαετία του '90 των Ημερών Μνήμης για τις Γενοκτονίες που διέ­πραξαν οι Νεότουρκοί/εθνικιστές κατά τα τε­λευταία χρόνια της Οθωμανικής Αυτοκρατο­ρίας ελάχιστα άλλαξε τα φιλοκεμαλικά ελλα­δικά στερεότυπα, ενώ αντίθετα παρατηρήθηκε η εμφάνιση ενός μεγάλου ρεύματος αρνητών της Γενοκτονίας. Οι διαφωνίες αγγίζουν τον πυρήνα διαμόρφωσης της νεοελληνικής ιδεολογίας. Οι αρνητές εκφράζουν επί της ουσίας την ίδια την υπαρξιακή ανάγκη του συστήμα­τος, το οποίο εντέλει βγήκε κερδισμένο από τη μεγάλη Καταστροφή, της οποίας θύματα υ­πήρξαν αποκλειστικά και μόνον οι Έλληνες της Ανατολής και οι μουσουλμάνοι «ανταλλάξι­μοι» απ' την Ελλάδα.
  

Η «Ινδοκίνα των Ελλήνων»
- Η πρόσφατη ακύρωση της Δίκης των ε­νόχων της Μικρασιατικής Καταστροφής ε­ντάσσεται στην παραπάνω ενότητα ιδεολογι­κών συγκρούσεων για την Ιστορία. Οι φορείς της σύγκρουσης αυτής, που σχετίζονταν με το φιλομοναρχικό και φιλομεταξικό χώρο, προσπάθησαν πετυχημένα να εμπλέξουν στις επιδιώξεις τους και τον Άρειο Πάγο. Διεκδι­κώντας την απαλλαγή από τις ευθύνες των πολιτικών ηγετών εκείνης της περιόδου, επί της ουσίας αμφισβητούσαν την παλιά μεσο­πολεμική σύμβαση πολιτικής συνύπαρξης με­ταξύ Ελλαδικών και Μικρασιατών προσφύ­γων. Στο σημείο αυτό διαπιστώθηκε μια εντυ­πωσιακή ενιαία αντίληψη για τα γεγονότα που συνέβησαν στπν Ανατολή κατά τον ορι­στικό γεωπολιτικό μετασχηματισμό (1908-1923). Και αυτό παρατηρήθηκε σ' ένα φάσμα φαινομενικά αντ[διαμετρικών ιδεολογιών, που συμβολοποιήθπκε κατά καιρούς με εν­διαφέροντες παραλληλισμούς: η Μικρά Ασία υπήρξε για τον «Ιό» «το Βιετνάμ των Ελλή­νων», για το Δίκτυο '21 «η Κορέα των Ελλή­νων», ενώ στο σκεπτικό του Αρείου Πάγου για «αθώωση» των υπευθύνων για τη Μικρα­σιατική Καταστροφή, π Μικρά Ασία υπήρξε «η Ινδοκίνα των Ελλήνων».

 
 

Η δικαιοσύνη ως εργαλείο


Το Σύνταγμα της Ελλάδος προβλέπει στο άρθρο 26 την ανεξαρτησία της δικαιοσύ­νης. Πρόκειται για μέρος της παράδοσης της διάκρισης των εξουσιών, μιας πα­ράδοσης που έρχεται από την πρώιμη οργάνωση των αστικών κρατών της Ευ­ρώπης από τον 18ο αιώνα και μετά. Σύμφωνα μ' αυτή την αρχή, υπάρχει νομοθε­τική εξουσία που νομοθετεί, εκτελεστική εξουσία που εφαρμόζει τη νομοθεσία και δικαστική εξουσία που ελέγχει την εφαρ­μογή των νόμων.

του Παντελή Παντελόγλου

Εφαρμόζεται αυτή η διάκριση σήμερα στην Ελλάδα; Όχι και πολύ. Και δεν είναι ζήτημα φιλοσοφίας του δικαίου, αλλά ζήτημα ουσιαστικής δημοκρατίας. Η συ­νήθης μέθοδος, ειδικά μάλιστα την τε­λευταία μνημονιακή τριετία είναι η εξής: Η εκτελεστική εξουσία, η κυβέρνηση δη­λαδή, δεσμεύεται έναντι των πιστωτών για πράξεις οι οποίες δεν μπορούν να πραγματοποιηθούν με το ισχύον νομικό πλαίσιο. Μετά, επιβάλλει στη βουλή, τη νομοθετική εξουσία δηλαδή, να ψηφίσει αυτές τις δεσμεύσεις, «εδώ που φτάσα­με», όπως μας είπε και η Βάσω Παπαν­δρέου ψηφίζοντας κάτι για το οποίο είχε συνειδησιακό πρόβλημα (κατά παρά­βαση του άρθρου 60 του Συντάγματος δηλαδή). Κι αν οι δικαστές κρίνουν αντι­συνταγματική τη νέα νομοθεσία, κανένα πρόβλημα. Η διαδικασία επαναλαμβά­νεται μέχρι να φτάσουμε ατό επιθυμητό αποτέλεσμα. Ως τότε, η εφαρμογή της υπάρχουσας νομοθεσίας, όπως κρίθηκε κι από τα δικαστήρια, αναβάλλεται.

Όταν ο κοινός νομοθέτης έχει προβλέψει κάποιους πολεοδομικούς όρους, ας πού­με, η διοίκηση αρμόδια πολεοδομία δηλαδή, μπορεί να εκδώσει άδεια για ένα οικοδομικό έργο. Αν ορισμένοι γείτονες (παλαβοί υποστηρικτές των κορμορά­νων, για ορισμένους), που έχουν έννομο συμφέρον προσφύγουν κατά της απόφασης της διοίκησης στα αρμόδια δικαστήρια, εκείνα έχουν την υποχρέωση να ελέγξουν την διοίκηση για την πράξη της. Και τι γίνεται αν τα δικαστήρια ακυρώσουν την απόφαση της διοίκησης; Κανονικά τίποτα. Εφαρμόζεται δηλαδή ο νόμος, όπως αυτός κρίθηκε κι απ’ τα αρμόδια δικαστήρια: ακυρώνεται η άδεια, ακυρώνεται και το έργο. Η εφαρμογή της αρχής της διάκρισης των εξουσιών στην πιο καθαρή μορφή της, δηλαδή, Και παράλληλα, δημιουργείται μία νομολογία για παρόμοιες υποθέσεις.   

Στο ελληνικό σενάριο (και όχι μόνο στην εποχή της κρίσης, φυσικά), ο θιγόμενος επενδυτής παίρνει ένα τηλέφωνο στο αρμόδιο υπουργείο ή κάποιον φίλο στην κυβέρνηση και του λέει το πρόβλημα του. Το υπουργείο ή μια ομάδα βουλευ­τών καταθέτει νύχτα μια τροπολογία σε άσχετο νομοθέτημα, ενσωματώνοντας στην εθνική νομοθεσία κάτι που θα έπρεπε να είναι απλή και ελέγξιμη από τη δικαιοσύνη διοικητική πράξη. (Αυτό μπορεί να γίνει και πρωί, όταν ετοιμάζεις Ολυμπιακούς Αγώνες και πρέπει να δου­λέψει ο κατασκευαστικός κλάδος).

Προφανώς, εδώ αντιμετωπίζουμε ένα πρόβλημα δημοκρατίας. Αν ο πολίτης δεν μπορεί να καταφύγει στα δικαστήρια κατά διοικητικών πράξεων, ποιος είναι αυτός που θα τον υπερασπίσει όταν θί­γεται από τη σχέση του με το κράτος; Μα, ο βουλευτής του φυσικά. Αυτός με τη νυ­χτερινή τροπολογία, αυτός που ψηφίζει όχι κατά συνείδηση όπως του επιβάλλει το Σύνταγμα, αλλά σύμφωνα με την άπο­ψη του αρχηγού του κόμματος, αυτός, αυτός, ο αγαπημένος κομματάρχης.  

Ξαναδιαβάζοντας τις παραπάνω γραμ­μές σκέφτομαι ότι διέπονται από την αφέλεια της «δημοκρατικής νομιμότη­τας», μιας κενής πια έννοιας που σφε­τερίστηκε το πολιτικό προσωπικό της χώρας εδώ και δεκαετίες, ίσως να ισχύει κι αυτό. Από την άλλη, ποιο είναι το Ρlan Β της δημοκρατικής λειτουργίας των θε­μελιωδών θεσμών ενός κράτους δυτικού τύπου όπως η Ελλάδα;