Στον ιστότοπό μου αναρτώνται κείμενα διαφορετικής προέλευσης, για να επισημαίνονται με τρόπο πολυφωνικό μεν, επιλεγμένο δε (με κριτήριο την - κατά την δική μας, αναγκαία, κρίση – υγιή, εθνικά και τεκτονικά, διέγερση της συνείδησής μας, ως Ελλήνων πολιτών και τεκτόνων), γεγονότα επίκαιρα, στοχασμοί πολιτικοί και προβληματισμοί διαχρονικοί, όπως αναδεικνύονται μέσα από την κοινωνία μας, από ανθρώπους κατά τεκμήριο εκτός του τεκτονισμού, περιορίζοντας στο ελάχιστο προσωπικές μας, ειδικές ή μη, απόψεις, από όσα θα έχετε αντιληφθεί. Και πάντοτε αναφέρεται η πηγή (εκτός αν υπάρχει ενάντιος λόγος ή τυχαία παράλειψη).

Παρασκευή 19 Απριλίου 2013

Η δικαιοσύνη ως εργαλείο


Το Σύνταγμα της Ελλάδος προβλέπει στο άρθρο 26 την ανεξαρτησία της δικαιοσύ­νης. Πρόκειται για μέρος της παράδοσης της διάκρισης των εξουσιών, μιας πα­ράδοσης που έρχεται από την πρώιμη οργάνωση των αστικών κρατών της Ευ­ρώπης από τον 18ο αιώνα και μετά. Σύμφωνα μ' αυτή την αρχή, υπάρχει νομοθε­τική εξουσία που νομοθετεί, εκτελεστική εξουσία που εφαρμόζει τη νομοθεσία και δικαστική εξουσία που ελέγχει την εφαρ­μογή των νόμων.

του Παντελή Παντελόγλου

Εφαρμόζεται αυτή η διάκριση σήμερα στην Ελλάδα; Όχι και πολύ. Και δεν είναι ζήτημα φιλοσοφίας του δικαίου, αλλά ζήτημα ουσιαστικής δημοκρατίας. Η συ­νήθης μέθοδος, ειδικά μάλιστα την τε­λευταία μνημονιακή τριετία είναι η εξής: Η εκτελεστική εξουσία, η κυβέρνηση δη­λαδή, δεσμεύεται έναντι των πιστωτών για πράξεις οι οποίες δεν μπορούν να πραγματοποιηθούν με το ισχύον νομικό πλαίσιο. Μετά, επιβάλλει στη βουλή, τη νομοθετική εξουσία δηλαδή, να ψηφίσει αυτές τις δεσμεύσεις, «εδώ που φτάσα­με», όπως μας είπε και η Βάσω Παπαν­δρέου ψηφίζοντας κάτι για το οποίο είχε συνειδησιακό πρόβλημα (κατά παρά­βαση του άρθρου 60 του Συντάγματος δηλαδή). Κι αν οι δικαστές κρίνουν αντι­συνταγματική τη νέα νομοθεσία, κανένα πρόβλημα. Η διαδικασία επαναλαμβά­νεται μέχρι να φτάσουμε ατό επιθυμητό αποτέλεσμα. Ως τότε, η εφαρμογή της υπάρχουσας νομοθεσίας, όπως κρίθηκε κι από τα δικαστήρια, αναβάλλεται.

Όταν ο κοινός νομοθέτης έχει προβλέψει κάποιους πολεοδομικούς όρους, ας πού­με, η διοίκηση αρμόδια πολεοδομία δηλαδή, μπορεί να εκδώσει άδεια για ένα οικοδομικό έργο. Αν ορισμένοι γείτονες (παλαβοί υποστηρικτές των κορμορά­νων, για ορισμένους), που έχουν έννομο συμφέρον προσφύγουν κατά της απόφασης της διοίκησης στα αρμόδια δικαστήρια, εκείνα έχουν την υποχρέωση να ελέγξουν την διοίκηση για την πράξη της. Και τι γίνεται αν τα δικαστήρια ακυρώσουν την απόφαση της διοίκησης; Κανονικά τίποτα. Εφαρμόζεται δηλαδή ο νόμος, όπως αυτός κρίθηκε κι απ’ τα αρμόδια δικαστήρια: ακυρώνεται η άδεια, ακυρώνεται και το έργο. Η εφαρμογή της αρχής της διάκρισης των εξουσιών στην πιο καθαρή μορφή της, δηλαδή, Και παράλληλα, δημιουργείται μία νομολογία για παρόμοιες υποθέσεις.   

Στο ελληνικό σενάριο (και όχι μόνο στην εποχή της κρίσης, φυσικά), ο θιγόμενος επενδυτής παίρνει ένα τηλέφωνο στο αρμόδιο υπουργείο ή κάποιον φίλο στην κυβέρνηση και του λέει το πρόβλημα του. Το υπουργείο ή μια ομάδα βουλευ­τών καταθέτει νύχτα μια τροπολογία σε άσχετο νομοθέτημα, ενσωματώνοντας στην εθνική νομοθεσία κάτι που θα έπρεπε να είναι απλή και ελέγξιμη από τη δικαιοσύνη διοικητική πράξη. (Αυτό μπορεί να γίνει και πρωί, όταν ετοιμάζεις Ολυμπιακούς Αγώνες και πρέπει να δου­λέψει ο κατασκευαστικός κλάδος).

Προφανώς, εδώ αντιμετωπίζουμε ένα πρόβλημα δημοκρατίας. Αν ο πολίτης δεν μπορεί να καταφύγει στα δικαστήρια κατά διοικητικών πράξεων, ποιος είναι αυτός που θα τον υπερασπίσει όταν θί­γεται από τη σχέση του με το κράτος; Μα, ο βουλευτής του φυσικά. Αυτός με τη νυ­χτερινή τροπολογία, αυτός που ψηφίζει όχι κατά συνείδηση όπως του επιβάλλει το Σύνταγμα, αλλά σύμφωνα με την άπο­ψη του αρχηγού του κόμματος, αυτός, αυτός, ο αγαπημένος κομματάρχης.  

Ξαναδιαβάζοντας τις παραπάνω γραμ­μές σκέφτομαι ότι διέπονται από την αφέλεια της «δημοκρατικής νομιμότη­τας», μιας κενής πια έννοιας που σφε­τερίστηκε το πολιτικό προσωπικό της χώρας εδώ και δεκαετίες, ίσως να ισχύει κι αυτό. Από την άλλη, ποιο είναι το Ρlan Β της δημοκρατικής λειτουργίας των θε­μελιωδών θεσμών ενός κράτους δυτικού τύπου όπως η Ελλάδα;

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ευπρόσδεκτα τα καλοπροαίρετα, ευπρεπή και τεκμηριωμένα σχόλια, γιατί αυτό θεωρώ ελληνικό τρόπο.
Διευκρινίζεται ότι δεν δεσμεύομαι να απαντώ σε όλα τα σχόλια και η παράλειψη απάντησης δεν σημαίνει παραδοχή οποιουδήποτε σχολίου ή άποψης.