Εφημερίδα «Το Άρθρο» 23 Νοεμβρίου 2014
ΘΕΟΦΙΛΟΣ ΚΑΪΡΗΣ (1784-1853). Ο
λησμονημένος δάσκαλος του Γένους.
Γράφει
ο Αυγερινός Ανδρέου, Δικηγόρος, τ. Πρόεδρος Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών
Ανάμεσα στους σπουδαίους
Έλληνες, τη μνήμη των οποίων ενταφίασε το Ιερατείο και η Συντήρηση, ασφαλώς
πρωτεύουσα θέση κατέχει ο Θεόφιλος Καΐρης.
Εντελώς άγνωστος στο ευρύ κοινό
και απόβλητος της μνήμης των πνευματικών ανθρώπων. Συνωμοσία σιωπής ένοχων
συνειδήσεων εδώ και 160 περίπου χρόνια.
Μόνον ο αείμνηστος καθηγητής
Λιαντίνης κάνει αναφορά σ’ ένα βιβλίο του, η οποία ταράσσει τα νερά: «Υπήρξε
κάποτε ένας Καΐρης, που άξιζε 10 Τσάτσους και 20 Κανελλόπουλους».
Ο Θεόφιλος Καΐρης γεννήθηκε το
1784 στην Άνδρο. Σπούδασε στις Κυδωνιές, στην Πάτμο, στη Χίο, στην Πίζα της
Ιταλίας και στο Παρίσι, όπου συνδέθηκε με φιλία με τον Κοραή. (πιο ισχυρή φιλία
ο Κοραής διατηρούσε με την αδελφή του, Ευανθία Καΐρη, σημαντική συγγραφέα).
Το 1801 γίνεται μοναχός και
σύντομα διάκονος.
Το 1811 ανέλαβε τη διεύθυνση
της Ευαγγελικής Σχολής Σμύρνης. Δίδαξε στη Σχολή των Κυδωνιών.
Το 1819 μυήθηκε στη Φιλική
Εταιρία.
Πολέμησε στον αγώνα του 1821
και έλαβε πληγές (μάχη του Ολύμπου και της Νάουσας). Έλαβε μέρος στις
Εθνοσυνελεύσεις και είναι αυτός που προσφώνησε τον Καποδίστρια, όταν ήλθε στην
Ελλάδα (Αίγινα 1828).
Το 1835 ίδρυσε το Ορφανοτροφείο
της Άνδρου με μεγάλη απήχηση (ακόμη και ο Ανδρέας Συγγρός υπήρξε μαθητής του).
Ανέπτυσσε φιλικές σχέσεις με
τους μαθητές του μέσα σ’ ένα παιδαγωγικό κλίμα πρωτότυπο για την εποχή του.
Η εξουσία προσπαθεί ανεπιτυχώς
να τον προσεταιρισθεί.
Αρνήθηκε την έδρα του καθηγητή
της Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, καθώς και το παράσημο του Όθωνα.
Η επιρροή του σ’ ολόκληρη την
Άνδρο, αλλά και σε άλλα μέρη της Ελλάδας, συνεχώς αυξανόταν.
Και άρχισε το μαρτύριό του,
μαρτύριο χειρότερο εκείνου του Γαλιλαίου.
Το Ιερατείο ονομάζει τον
«θεοσεβισμό», που εδίδασκε ο Καΐρης, «καινήν θρησκείαν», «ασέβειαν» και
«αθεΐαν».
Ο Καΐρης αιρετικός!
Συλλαμβάνεται και φυλακίζεται σε μοναστήρια της Σκιάθου και της Σαντορίνης και
βασανίζεται (δέρνεται ανηλεώς, προπηλακίζεται και ταπεινώνεται) από αμαθείς
καλογέρους.
Αξίζει να σημειωθεί ότι τη
σύλληψη στην Άνδρο του Καΐρη τον Οκτώβριο 1839 και τη μεταφορά του στην Ιερά
Σύνοδο για απολογία, αλλά και τη μεταφορά του στην ειρκτή της Σκιάθου στις 3
Νοεμβρίου 1839, έκανε κατόπιν διαταγής ο Κων/νος Κανάρης.
Τραγική η μορφή του Καΐρη.
Αυτός που δοξάστηκε ως ευεργέτης της πατρίδας, τώρα στιγματίζεται ως νοθευτής
της πνευματικής της ταυτότητας, αυτός που αγαπήθηκε, τώρα κατακρίνεται,
εξευτελίζεται και αφορίζεται: «Να είσαι αφωρισμένος, κατηραμένος, και μετά
θάνατον άλυτος (…). Να τρέμεις επί της γης, ως ο Κάιν και να αποκτήσεις την
λέπραν του Γιεζή και την αγχόνην του Ιούδα…».
Στη συνέχεια του χορηγείται
άδεια εξόδου από την Ελλάδα. Παραδίδει μαθήματα φιλοσοφίας σε ομογενείς στο
Λονδίνο, επισκέπτεται το Παρίσι. Το 1844, με τη δυνατότητα που του δίνει το
πρώτο Σύνταγμα (ανεξιθρησκεία), επιστρέφει στην Ελλάδα και συνεχίζει το έργο
του.
Μετά από 8 χρόνια (είχε πεθάνει
και ο Κωλέττης που τον στήριζε) τη σκυτάλη της εκδίκησης, πήρε το Κράτος, «το
πιο ψυχρό απ’ όλα τα τέρατα», όπως έγραψε ο Νίτσε. Τα μαρτύρια του Μεγάλου
Δασκάλου άρχισαν πάλι! Και τα υπέμενε όρθιος, με ιώβειο υπομονή και
καρτερικότητα.
Ο Κωστής Παλαμάς γράφει σχετικά:
«Από κανένα σκιάχτρο δεν τρομάζεις.
Γαληνός, αμετανόητος, αμετάνοιωτος
τ’ αδειάζεις το πικρό ποτήρι.
Μ’ εσένα ο Χριστός, ιερέ Καΐρη…».
«Από κανένα σκιάχτρο δεν τρομάζεις.
Γαληνός, αμετανόητος, αμετάνοιωτος
τ’ αδειάζεις το πικρό ποτήρι.
Μ’ εσένα ο Χριστός, ιερέ Καΐρη…».
Στο τέλος του 1852 κατηγορήθηκε
για προσηλυτισμό. Οι μέρες ήταν ιδιαίτερα σκληρές. Πριν λίγες ημέρες έκλεισε η
εξουσία, τους λογαριασμούς της με τον ιερό μαχητή, το Γιάννη Μακρυγιάννη. Τον
έβαλε στη φυλακή και σάπιζε μ’ ανοιχτές τις πληγές του. Εκεί, στη Σύρα, έσυραν
το δάσκαλο σε άδικη δίκη. Η ετυμηγορία από πριν κι απ’ άλλους παρμένη. Τι και
αν για το δίκαιο πάσχιζε ο συνήγορός του Νικόλαος Σαρίπολος (ο μετέπειτα
καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου). Άρρωστος, γέρος ο δάσκαλος της αιώνιας
αρετής στην ειρκτή των κακούργων (2 χρόνια φυλάκισης η ποινή). Όχι, δεν
πτοήθηκαν, σαν άνοιξαν, φανερά, του πολέμου οι πληγές και τις είδαν. Του
πρόσφεραν την περίσσεια χολή τους σ’ ένα μονάχα ποτήρι. Ο θάνατος, ο λυτρωτής,
τον απάντησε σε λίγες ημέρες (9 Ιανουαρίου 1853). Έξω απ’ την πόλη, στο
λοιμοκαθαρτήριο, γρήγορα, ένοχα και κρυφά τον έθαψαν, χωρίς συγγενείς, χωρίς
μαθητές. Και στο σώμα του, αντί για μύρα, ασβέστη του έριξαν, για να μη λιώσει!
Και φρόντισαν από τότε, καλά να σκεπάσουν το έργο τ’ ανθρώπου, που σήκωσε στους
δικούς του ώμους τη σοφία του αιώνα του. «Ένας, αυτός, για μύριους», όπως έλεγε
ο Ηράκλειτος. Ίσως ο Δάσκαλος, ξεψυχώντας, να είπε ετούτες τις κουβέντες:
«Μοναχός μου φεύγω τώρα μαθητάδες μου. Έτσι το θέλω. Τώρα σας λέω, να χάσετε
εμένα και να βρείτε τον εαυτό σας. Και μόνο τότε, σα θα μ’ έχετε αρνηθεί, θα
ξαναρθώ κοντά σας».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ευπρόσδεκτα τα καλοπροαίρετα, ευπρεπή και τεκμηριωμένα σχόλια, γιατί αυτό θεωρώ ελληνικό τρόπο.
Διευκρινίζεται ότι δεν δεσμεύομαι να απαντώ σε όλα τα σχόλια και η παράλειψη απάντησης δεν σημαίνει παραδοχή οποιουδήποτε σχολίου ή άποψης.