Στον ιστότοπό μου αναρτώνται κείμενα διαφορετικής προέλευσης, για να επισημαίνονται με τρόπο πολυφωνικό μεν, επιλεγμένο δε (με κριτήριο την - κατά την δική μας, αναγκαία, κρίση – υγιή, εθνικά και τεκτονικά, διέγερση της συνείδησής μας, ως Ελλήνων πολιτών και τεκτόνων), γεγονότα επίκαιρα, στοχασμοί πολιτικοί και προβληματισμοί διαχρονικοί, όπως αναδεικνύονται μέσα από την κοινωνία μας, από ανθρώπους κατά τεκμήριο εκτός του τεκτονισμού, περιορίζοντας στο ελάχιστο προσωπικές μας, ειδικές ή μη, απόψεις, από όσα θα έχετε αντιληφθεί. Και πάντοτε αναφέρεται η πηγή (εκτός αν υπάρχει ενάντιος λόγος ή τυχαία παράλειψη).

Πέμπτη 5 Ιουνίου 2014

Άποψη: Η πολιτική οικονομία του λόμπι της δραχμής


ΜΙΧΑΛΗΣ Γ. ΑΡΓΥΡΟΣ*
Ε​​να κεντρικό ζήτημα στον ελληνικό δημόσιο διάλογο είναι η θέση της χώρας στην Ευρωζώνη. Στο δίλημμα ευρώ ή δραχμή, η μεγάλη πλειοψηφία των Ελλήνων έχει απαντήσει στις πρόσφατες εκλογικές αναμετρήσεις, αλλά και σε συνεχόμενες έρευνες της κοινής γνώμης ότι επιθυμεί το πρώτο. Εντούτοις, η διατήρηση του θέματος στην πολιτική ατζέντα δείχνει ότι υπάρχουν ομάδες του πληθυσμού που διαφωνούν με την επιλογή αυτή. Ποιοι είναι οι υποστηρικτές της δραχμής και γιατί την επιλέγουν; Υπάρχουν δύο κατηγορίες. Η πρώτη, και αριθμητικά μικρότερη, αποτελείται από συμπολίτες μας οι οποίοι λόγω ιδεολογικής τοποθέτησης κρίνουν, πολύ εσφαλμένα κατά τη γνώμη του υπογράφοντα, αλλά ανιδιοτελώς, ότι η επιστροφή στη δραχμή θα εξυπηρετούσε το δημόσιο συμφέρον. Η δεύτερη είναι το επονομαζόμενο λόμπι της δραχμής. Η κατηγορία αυτή δεν έχει ιδεολογικές αναφορές αλλά οικονομική αφετηρία που μας επιτρέπει να την αναλύσουμε σε όρους πολιτικής οικονομίας. Συγκεκριμένα, εκείνοι που έχουν ατομικά ορθολογικά κίνητρα να ευνοούν αποχώρηση της Ελλάδας από το ευρώ προέρχονται κυρίως από τρεις ομάδες:
            Πρώτον, ένα τμήμα του ευρύτερου δημόσιου τομέα. Παραμονή στο ευρώ προϋποθέτει συρρίκνωση του τελευταίου και καθιέρωση ουσιαστικού ελέγχου/αξιολόγησης των επιδόσεων του ανθρώπινου δυναμικού του, που θα καταργήσουν την καθολικά εγγυημένη απασχόληση στο ευρύτερο Δημόσιο και θα μειώσουν τις υπερβολικά γενναιόδωρες αμοιβές που απολαμβάνουν ορισμένα στελέχη του. Επίσης, θα καταστήσουν δύσκολη την απόκτηση αδήλωτων εισοδημάτων που δημιουργούνται σε συνθήκες πλημμελούς ελέγχου, γραφειοκρατίας και διαφθοράς. Μεγάλο μέρος των δημοσίων λειτουργών καλωσορίζει τις εξελίξεις αυτές προσβλέποντας σ’ ένα Δημόσιο που θα επιβραβεύει ηθικά και οικονομικά τα αποτελεσματικά και πρόθυμα προς προσφορά στελέχη του. Ένα άλλο μέρος, όμως, βλέπει το ευρώ ως το όχημα που θα του στερήσει αδικαιολόγητα προνόμια και εισοδήματα.
            Δεύτερον, ένα τμήμα των κλειστών επαγγελμάτων. Πολλές αγορές αγαθών και υπηρεσιών χαρακτηρίζονται από ολιγοπωλιακές συνθήκες που επιβάλλουν τιμές πολύ υψηλότερες από αυτές που θα ίσχυαν σε συνθήκες ανταγωνισμού και περιορίζουν πολλά νέα και ικανά στελέχη σε χαμηλά αμοιβόμενη υπαλληλική εργασία. Η παραμονή στο ευρώ επιβάλλει ευελιξία τιμών που μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσα από το άνοιγμα των αγορών και τη συνακόλουθη αύξηση του ανταγωνισμού. Έτσι, εντός ευρώ κάποιοι από τους συμπολίτες μας που δραστηριοποιούνται στα κλειστά επαγγέλματα θα δουν τα εισοδήματά τους να συρρικνώνονται λόγω της μείωσης τιμών, που θα προκαλέσει ο αυξημένος ανταγωνισμός, αλλά και του όγκου εργασίας τους που θα προκύψει από κάλυψη μέρους της προσφοράς από νεοεισερχόμενους παρόχους.
            Τρίτον, ένα τμήμα του επιχειρηματικού κόσμου, το οποίο είτε λόγω ατυχούς οικονομικής διαχείρισης είτε λόγω μεγάλου βαθμού εξάρτησης από τον δημόσιο τομέα αντιμετωπίζει κίνδυνο χρεοκοπίας ή σημαντικής μείωσης του κύκλου εργασιών του. Το τμήμα αυτό θα ευνοούσε η επιστροφή στη δραχμή για δύο λόγους. Πρώτον, γιατί η σημαντική υποτίμηση της νέας δραχμής θα του επέτρεπε να καλύψει εσωτερικά χρέη με επαναπατρισμό κεφαλαίων που διατηρεί στο εξωτερικό. Δεύτερον, γιατί θα εξαφάνιζε την πίεση που ασκεί στον κύκλο εργασιών του η δημοσιονομική εξυγίανση που επιβάλλει μείωση μη απαραίτητων/μη ανταγωνιστικά τιμολογημένων δημοσίων δαπανών.
Στα παραπάνω θα μπορούσε κανείς να αντιτάξει ότι οι μεταρρυθμίσεις που απαιτούνται για παραμονή στο ευρώ αυξάνουν τις αναπτυξιακές προοπτικές της χώρας και τα μελλοντικά εισοδήματα των παραπάνω ομάδων, άρα αυτές έχουν ισχυρό οικονομικό κίνητρο να τις υποστηρίξουν. Αυτό πράγματι ισχύει και σε μεγάλο βαθμό συμβαίνει.

Από την άλλη, όμως, υπάρχουν δύο παράγοντες που σε ορισμένες περιπτώσεις ανατρέπουν την ανάλυση κόστους-ωφέλειας υπέρ της δραχμής:

• Πρώτον, η ύπαρξη υψηλών καταθέσεων στο εξωτερικό, των οποίων η αγοραστική αξία εντός Ελλάδας θα υπερδιπλασιαστεί ως αποτέλεσμα της μεγάλης υποτίμησης που θα υποστεί η νέα δραχμή. Αυτό το κέρδος κεφαλαίου μπορεί να αποζημιώσει κάποιους από τους κατόχους καταθέσεων εξωτερικού τόσο σε επίπεδο κατανάλωσης όσο και σε επίπεδο απόκτησης στοιχείων ενεργητικού (π.χ. ακίνητα κ.ά.)

• Δεύτερον, παραμονή στο ευρώ συνεπάγεται καταβολή εκ μέρους της Ελλάδας σημαντικών πόρων για την αποπληρωμή του υψηλού δημοσίου χρέους. Με δεδομένη την αποτελεσματικότερη λειτουργία του φοροεισπρακτικού μηχανισμού που συνεπάγεται η παραμονή στο ευρώ, το λόμπι της δραχμής θα καταβάλει υψηλά ποσά για την αποπληρωμή του χρέους, αφού έχει υψηλά εισοδήματα/στοιχεία ενεργητικού και σε αυτό εστιάζεται η εκτεταμένη στη χώρα μας φοροδιαφυγή. Αυτό δεν θα συμβεί εάν η Ελλάδα επιστρέψει στη δραχμή και προχωρήσει σε μονομερή στάση πληρωμών, όπως προτείνουν συγκεκριμένες πολιτικές δυνάμεις.

            Συμπερασματικά, το λόμπι της δραχμής αποτελείται από ομάδες για τις οποίες παραμονή στο ευρώ σημαίνει απώλεια προνομίων/εισοδημάτων και αύξηση της συνεισφοράς τους στα φορολογικά έσοδα. Οι ομάδες αυτές στοιχίζονται πίσω από πολιτικούς σχηματισμούς με ασαφείς θέσεις έναντι του ευρώ και αποτελούν, εξαιτίας της καλής τους οργάνωσης, σοβαρό κίνδυνο για την οριστική έξοδο της χώρας από την κρίση. Για να αντιμετωπιστεί ο κίνδυνος αυτός είναι απαραίτητο οι ελληνικές αρχές να πολιτεύονται με γνώμονα το συνολικό κοινωνικό συμφέρον, έστω κι αν αυτό τις φέρνει αντιμέτωπες με ισχυρά κλαδικά συμφέροντα. Σε κορυφαίο κυβερνητικό επίπεδο φαίνεται ότι η διάθεση αυτή σήμερα υπάρχει. Οι μεταρρυθμίσεις που προωθούνται προκαλούν αναμενόμενες αντιδράσεις, είναι όμως βαθιά φιλολαϊκές γιατί αλλάζουν τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας προς το καλύτερο. Αυτό μας κάνει να ελπίζουμε ότι για τον μέσο, μη προνομιούχο Έλληνα, το εγγύς μέλλον θα είναι καλύτερο απ’ ότι το πρόσφατο παρελθόν.
* Ο κ. Μιχάλης Γ. Αργυρός είναι αναπληρωτής καθηγητής Οικονομικών, Cardiff Business School.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ευπρόσδεκτα τα καλοπροαίρετα, ευπρεπή και τεκμηριωμένα σχόλια, γιατί αυτό θεωρώ ελληνικό τρόπο.
Διευκρινίζεται ότι δεν δεσμεύομαι να απαντώ σε όλα τα σχόλια και η παράλειψη απάντησης δεν σημαίνει παραδοχή οποιουδήποτε σχολίου ή άποψης.